instalment plan - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

instalment plan - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Installment; Instalment (disambiguation)

instalment plan      

общая лексика

план выплаты в рассрочку

instalment         
instalment noun 1) очередной взнос (при рассрочке) to pay by/in instalments - выплачивать частями, периодическими взносами 2) отдельный выпуск a book in six instalments - книга, вышедшая шестью выпусками 3) часть, партия (товаров) 4) attr. instalment selling - продажа в рассрочку to buy (to sell) on the instalment plan amer. - покупать (продавать) в рассрочку
plot plan         
  • [[Scottish Parliament Building]] site plan
  • A plot plan
Plot plan; Site planning; Site Plan
(геодезический) план участка

Βικιπαίδεια

Instalment

An instalment (or installment in American English) usually refers to either:

  • Installment loan
  • A single payment within a staged payment plan of a loan or a hire purchase (installment plan)
  • An episode in a television or radio series
  • An entry in a film and/or video game series
  • Serial (literature), a publishing format under which a single large work is presented in contiguous successive publications
Μετάφραση του &#39instalment plan&#39 σε Ρωσικά